H έλλειψη ναυτικών συνιστά μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ναυτιλιακή βιομηχανία, με πληθώρα αναλυτών και κύκλων της αγοράς να έχουν εστιάσει την προσοχή τους σε αυτήν και να τη χαρακτηρίζουν ύψιστη προτεραιότητα.
Στο πλαίσιο αυτό, δεν είναι μόνο η ναυτιλία των Ελλήνων που αναγνωρίζει την ύπαρξη της εν λόγω πρόκλησης. Άλλωστε, βάσει πρόσφατης ανακοίνωσης της MOL, η ιαπωνική εταιρεία προχώρησε σε joint venture στην Ινδονησία με στόχο την εκπαίδευση ναυτικών, προκειμένου να στελεχώσει τα LNG carriers του στόλου της.
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα πλοία υψηλότερων προδιαγραφών, όπως τα δεξαμενόπλοια και τα υγραεριοφόρα, απαιτούν και υψηλότερο επίπεδο γνώσεων προκειμένου η ναυσιπλοΐα αλλά και ευρύτερα οι λειτουργίες του πλοίου να διέπονται από ασφάλεια. Στελέχη της ναυτιλιακής αγοράς έχουν υπογραμμίσει ότι σε αρκετές περιπτώσεις το επίπεδο γνώσεων και ικανοτήτων των πληρωμάτων των δεξαμενόπλοιων είναι ιδιαίτερα υψηλότερο εκείνων των πληρωμάτων bulk carriers.
Ωστόσο, η εν λόγω διαφορά φαίνεται να οφείλεται περισσότερο στην αυστηρότητα που διέπει τις επιθεωρήσεις των δεξαμενόπλοιων, λόγω πληθώρας κανονισμών και απαιτήσεων κολοσσιαίων ναυλωτών. Την ίδια ώρα, η επικινδυνότητα των φορτίων LNG και LPG ωθεί στη δημιουργία μιας κουλτούρας ασφαλείας εν πλω, η οποία απαιτεί και την ανάλογη εκπαίδευση.
Συνεπώς, και λαμβάνοντας υπόψη την επικείμενη άνοδο του παγκόσμιου στόλου υγραεριοφόρων, η έλλειψη ικανών ναυτικών φαίνεται να συνιστά πράγματι σημαντική πρόκληση για τη βιομηχανία. Στο πλαίσιο αυτό, οι εταιρείες μικρότερου μεγέθους, που δεν έχουν το capacity να πραγματοποιήσουν in house training των ναυτικών τους, ενδέχεται να δυσκολευτούν να στελεχώσουν τα πλοία τους με το κατάλληλο προσωπικό. Εφόσον αυτό καταστεί πραγματικότητα, η ανταγωνιστικότητά τους στην αγορά των υγραεριοφόρων θα βρεθεί υπό κίνδυνο.