Μετά από δύο χρόνια στον βυθό των ακτών των νήσων Orkney, η Microsoft επανέφερε στην επιφάνεια ένα υποθαλάσσιο data centre. Ένα τέτοιο κέντρο ουσιαστικά είναι ένας χώρος, συνήθως σε ένα κτίριο, μέσα στον οποίο φιλοξενούνται υπολογιστές, διακομιστές και συστήματα δικτύωσης, τα οποία ένας οργανισμός μπορεί να χρησιμοποιήσει για να αποθηκεύσει τα δεδομένα του πληροφοριακού του συστήματος.
Πριν από δύο χρόνια, ο τεχνολογικός κολοσσός ξεκίνησε ένα πιλοτικό πρόγραμμα για την αξιολόγηση της ενεργειακής αποδοτικότητας ενός τέτοιου κέντρου στο νερό. Συνήθως τέτοια data centres είναι εντάσεως ενέργειας και απαιτούν διακομιστές και συστήματα ψύξης, το ετήσιο κόστος των οποίων μπορεί να φτάσει στα $4 εκατ.
Τα πρώτα συμπεράσματα των ερευνητών είναι ότι το εν λόγω υποβρύχιο πληροφοριακό κέντρο με τη μορφή μιας δεξαμενής χρειάστηκε λιγότερη ενέργεια για να λειτουργήσει σε σχέση με τα συμβατικά κέντρα έρευνας. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι οι νήσοι Orkney, στα ύδατα των οποίων φιλοξενήθηκε το data centre, τροφοδοτούνται αποκλειστικά με ηλιακή και αιολική ενέργεια, η οποία για τέτοιου είδους υποδομές στη στεριά κρίνεται μη αξιόπιστη. Ωστόσο, οι ενεργειακές ανάγκες του Project Natick καλύφθηκαν στο έπακρο.
Η Microsoft ευελπιστεί ότι στο άμεσο μέλλον υποβρύχιοι διακομιστές θα μπορούν να παράσχουν υπηρεσίες cloud σε έναν σεβαστό αριθμό χρηστών σε παράκτιες περιοχές.
Εμπειρογνώμονες αναφέρουν ότι το εν λόγω εγχείρημα της Microsoft παρουσιάζει σημαντικές προοπτικές, καθώς οι ωκεανοί είναι πιθανό να αποτελέσουν το κατάλληλο περιβάλλον με ένα μικρότερο κόστος για τέτοιου είδους ερευνητικά κέντρα.
Φωτό: Jonathan Banks